Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 7 Απριλίου 2021

κυκλο-φ-οριακα 1055, 7 Απριλίου 2021

 

Καλημέρα συμπολίτες. Εδώ και πάλι, στα μετερίζια της πληροφόρησης, δικής σας αλλά και δικής μας. Διότι μη νομίζετε ότι είναι άντε-άντε, παίρνουμε έναν υπολογιστή και πληκτρολογούμε ό,τι να ‘ναι, αν θέλουμε να έχει κάποια αξία και κάποια σοβαρότητα αυτό το γραφτό πρέπει οι πληροφορίες που περιέχει να έχουν ελεγχθεί επαρκώς. Μικρό παράδειγμα το θέμα του Εθνικού μας Ύμνου, όπου διατυπώσαμε την «αυθαίρετη» άποψη ότι «ταιριάζει μια στιβαρή Χορωδία, κατά προτίμηση αμιγώς ανδρική». Μέχρι και για «σεξισμό» κατηγορηθήκαμε. Αλλά ψάχνοντας πέσαμε πάνω σε κάποιες δηλώσεις της κυρίας Αναστασίας Σιώψη, που είναι πρόεδρος του Τμήματος Μουσικών Σπουδών της Σχολής Μουσικής και Οπτικοακουστικών Τεχνών του Ιουνίου Πανεπιστημίου στην Κέρκυρα, που λένε ότι «Τα 24 μέτρα της μουσικής του Εθνικού Ύμνου είναι μία μόνο από τις διαδοχικές μελοποιήσεις του «Ύμνου εις την Ελευθερίαν» του Σολωμού από τον Νικόλαο Μάντζαρο, όλες για τετράφωνη ανδρική χορωδία και πιάνο». Η πρώτη έγινε το 1828 και είναι αυτή η απλή, μονοφωνική, που όλοι ξέρουμε. Και η τελευταία «πολυφωνική» μελοποίηση, πάντα για τετράφωνη ανδρική χορωδία και πιάνο, απασχόλησε τον Μάντζαρο από το 1831 ως το 1865. Για όσους/όσες αρέσκονται στο καλό χορωδιακό τραγούδι, φέτος ανήμερα της 25ης μεταδόθηκε διαδικτυακά αυτή η πολυφωνική μελοποίηση από το ΜΕΙΖΟΝ ensemble, βρίσκεται εδώ https://www.youtube.com/watch?v=c94UuBck6No

Αυτά τα ολίγα περί του Εθνικού Ύμνου. Και κάθε φορά αναρωτιέμαι πόσα θέματα ακόμη δεν γνωρίζω, πόσα δεν θα προλάβω να μάθω – βεβαίως αναγνωρίζω ότι υπάρχουν κάποιοι συν-Άνθρωποι, συν-Έλληνες, που γνωρίζουν τα πάντα όλα, το εκτιμώ ιδιαιτέρως. Παραδείγματος χάριν η Επιτροπή των Επιδημιολόγων-Λοιμωξιολόγων, η οποία, για να έχουμε το καλό ρώτημα, δεν θα έπρεπε, λέω, να κοινοποιεί επισήμως μέσω μιας γραμματείας, ενός επικεφαλής, ενός οργάνου, τέλος πάντων, την τελική της εισήγηση προς την Κυβέρνηση, για να ξέρουμε ποιος δουλεύει ποιον;

Όμως από σήμερα θα έχουμε self tests, ελληνιστί διαγνωστικούς αυτοελέγχους. Δεκάδες οι απορίες, σχεδόν καμία δεν έχει απαντηθεί, κι εγώ, με την άδειά σας, έχω κι άλλη μία, που δεν ακούω καν να διατυπώνεται ως απορία: 10 εκατ. τέτοια την εβδομάδα, ή όσα θα είναι, τέλος πάντων, πού θα απορρίπτονται μετά την χρήση; Τι είδους απορρίμματα είναι αυτά; Τι μπορεί να προκληθεί αν όλα αυτά φτάσουν, λογικά, μέσω των πράσινων κάδων στις χωματερές των Δήμων; Κι αν, κατά λάθος ή εξ επίτηδες, αντί για τους πράσινους απορριφθούν στους μπλε κάδους; Έχει, άραγε, κανείς ασχοληθεί μ’ αυτό το ζήτημα;

Τα οποία αυτοδιαγνωστικά θα είναι, λέει, υποχρεωτικά για τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς.

Διάβασα και το προεκλογικό (;;) κείμενο για τον Βόλο «μετά την πανδημία», σαφώς γραμμένο από τον ίδιο πληρωμένο κοντυλοφόρο, στο ίδιο στυλ, με τα πολλά «εγώ» και τους πολλούς ανοίκειους χαρακτηρισμούς. Βεβαίως και με τα έργα, κανείς δεν τα αμφισβητεί τα έργα, δεν μπορεί να τα αμφισβητήσει, είναι εδώ, τα ζούμε. Κάποτε γινόταν επίσημα, ανά διετία, απολογισμός της Δημοτικής Αρχής, τώρα δεν ξέρω αν ισχύει αυτό. Και ως περίπου μανιακός αρχειοφύλαξ εγώ έχω κρατημένο έναν σωρό από τέτοιους απολογισμούς, θα συμπεριλάβω κι αυτόν.

Το γεγονός είναι ότι διανύουμε μια πολύ καλή χρηματοδοτική περίοδο για τον Βόλο, αλλά και για την Ελλάδα ολόκληρη, το ευρωπαϊκό πρόγραμμα ΕΣΠΑ «τρέχει» μαζί και με άλλα ειδικότερα προγράμματα (δείτε και τις συνεχείς ανακοινώσεις των εκατομμυρίων που υπογράφει ο Κύριος Περιφερειάρχης), ο Δήμος Βόλου διαθέτει μια πολύ άξια ομάδα υπηρεσιακών στελεχών, που έρχεται, φυσικά, από το παρελθόν, και ξέρει να προγραμματίζει και να διεκδικεί, η δύναμη πίεσης προς την κυβέρνηση είναι επίσης γεγονός πως έχει αυξηθεί, λόγω των γνωστών συμπαθειών, τα επικοινωνιακά παιχνίδια παίζονται στο έπακρο και με επιτυχία, όλα αυτά οδηγούν ξεκάθαρα, πλέον, σε μία αίσθηση παντοδυναμίας. Μια αίσθηση που επιτρέπει, από την άλλη μεριά, να αποσιωπούνται κάποια πολύ σοβαρά θέματα όπως η καύση των απορριμμάτων, οι δυσκολίες στην λειτουργία του βιολογικού καθαρισμού, οι υδροδοτικές πηγές και ανάγκες, η διαμάχη με την ΕΡΓΗΛ, η βιώσιμη κινητικότητα στην πόλη, η (εκδικητική;) αδυναμία επισκευής του Εθνικού Σταδίου.

Πάντως γενικά λεφτά υπάρχουν! Ή κάνω λάθος; Και οι αποταμιεύσεις έχουν αυξηθεί. Και επιδόματα διαρκώς ανακοινώνονται. Και 200.000 νέες θέσεις εργασίας προγραμματίζονται. Και πολυκατοικίες καινούργιες ανεγείρονται ενταύθα και πολλές παλιές μονοκατοικίες ανακαινίζονται και ξαναγίνονται πανέμορφες, η καμπύλη φαίνεται να τραβάει σιγά-σιγά την ανηφόρα. Η οικοδομική δραστηριότητα συντηρεί και αναπτύσσει περί τα 100 επαγγέλματα, δεν είναι ούτε αστείο ούτε υπερβολή – ευχής έργον είναι να πάρει μπρος η πραγματική ανάπτυξη για τους πραγματικούς ανθρώπους, μετά, φυσικά, από τις δύο και μοναδικές επενδύσεις στο αεροδρόμιο του Ελληνικού και στο μετρό της Θεσσαλονίκης, που είναι και οι δύο ακινητοποιημένες…

Εδώ ας σταθώ. Κι ας δω κ’ εγώ την φύσι λίγο.

Θάλασσας του πρωϊού κι ανέφελου ουρανού / λαμπρά μαβιά, και κίτρινη όχθη· όλα /

ωραία και μεγάλα φωτισμένα   (Κωνσταντίνος Π. Καβάφης)

Αυτά, που λέτε. Να είμαστε καλά για να μπορούμε να αγαπάμε τα ωραία και τα μεγάλα. Γεια σας.

Το σύνθημα στον τοίχο είναι (κι αυτό!) μια αλληγορία έρωτα. Ή μήπως αμορφωσιάς;

(δημοσιεύτηκε στην 124χρονη (1898-2021καθημερινή βολιώτικη εφημερίδα "Θεσσαλία" την Τετάρτη 07.04.2021, αρ.φύλλου 37.388. παρ' όλο που προστέθηκε ένα έτος η εφημερίδα συνεχίζει να δημοσιεύει στην πρώτη σελίδα το "123 χρόνια") 


Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2019

κυκλο-φ-οριακα 957, 16 Ιανουαρίου 2019


Καλημέρα συμπολίτες!

Βαπόρι στολισμένο βγαίνει στα βουνά
κι αρχίζει τις μανούβρες «βίρα-μάινα»
Την άγκυρα φουντάρει στις κουκουναριές
φορτώνει φρέσκο αέρα κι απ’ τις δυο μεριές
Είναι από μαύρη πέτρα κι είναι απ’ όνειρο
κι έχει λοστρόμο αθώο ναύτη πονηρό
Από τα βάθη φτάνει τους παλιούς καιρούς
βάσανα ξεφορτώνει κι αναστεναγμούς
Έλα Χριστέ και Κύριε λέω κι απορώ
τέτοιο τρελό βαπόρι τρελοβάπορο
Χρόνους μας ταξιδεύει δε βουλιάξαμε
χίλιους καπεταναίους τούς αλλάξαμε
Κατακλυσμούς ποτέ δε λογαριάσαμε
Μπήκαμε μέσ’ στα όλα και περάσαμε
Κι έχουμε στο κατάρτι μας βιγλάτορα
παντοτινό τον Ήλιο τον Ηλιάτορα!
Οδυσσέας Ελύτης, Το τρελοβάπορο, από τη συλλογή Ήλιος ο Ηλιάτορας, 1971. Μελοποιημένο από τον αείμνηστο Δημήτρη Λάγιο στον δίσκο του 1982 «Ήλιος ο Ηλιάτορας» με εκτελεστή τον Νίκο Δημητράτο και φωνητικά από την Χορωδία Λαμίας θα το βρείτε στο Youtube σ’ αυτή τη διεύθυνση https://www.youtube.com/watch?v=oKpBOIisCkg
Πάλι σε ταραγμένα και θολά νερά ταξιδεύει το τρελοβάπορο «Ελλάς», με τον αθώο λοστρόμο και τον πονηρό ναύτη. Πάλι βάσανα ξεφορτώνει κι αναστεναγμούς, πάλι μανούβρες κάνει «βίρα-μάινα», να μπορέσει να συνεχίσει το ταξίδι του, με τον Ήλιο ψηλά-ψηλά στη βίγλα του καταρτιού.
Βεβαίως δίκαιο έχει ο Ελύτης: τρελό ξε-τρελό αυτό το βαπόρι μάς ταξιδεύει χρόνους πολλούς με χίλιους διαφορετικούς καπεταναίους κι είμαστε ακόμη εδώ, δεν βουλιάξαμε, συνεχίζουμε να κρατάμε τον Ήλιο τον Ηλιάτορα στο πιο ψηλό σημείο, φάρο φωτεινό, οδηγό μας. Πολύτιμο οδηγό μας, τώρα που, για μία ακόμη φορά, σκοτάδι πάει να απλωθεί πάνω απ’ τη θάλασσα...

Αφ’ ετέρου χειμέρια τα πράγματα καθ’ άπασαν την Επικράτειαν, ωραία είναι τα λευκά τοπία, ωραίο θα είναι και το φρέσκο νεράκι που θα εμπλουτίσει τις πηγές και θα είναι βάλσαμο το επερχόμενο καλοκαίρι. Πληροφορήθηκα ότι τελικά ο Συνεταιρισμός πέρασε τις νταλίκες του αφού είχε αποκλειστεί ο δρόμος από τα Χάνια ως μετά την Πορταριά για όλα τα άλλα οχήματα. Και αναρωτιέμαι πόσο εφικτό είναι ο Συνεταιρισμός να κατασκευάσει ή να νοικιάσει ή να επαναλειτουργήσει έναν χώρο ψυγείων στην Α’ Βιομηχανική Περιοχή, με άμεση πρόσβαση στο δίκτυο των αυτοκινητοδρόμων.
Πρόσφατα ήρθε μέσω του φατσοβιβλίου σε γνώση μου μια φωτογραφία και ένα σχόλιο, απόσπασμα από το λεύκωμα ΤΟ ΤΡΑΙΝΑΚΙ ΤΟΥ ΠΗΛΙΟΥ-ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΩΝ ΑΡΓΟΝΑΥΤΩΝ, ΣΤΟ ΒΟΥΝΟ ΤΩΝ ΚΕΝΤΑΥΡΩΝ, εκδόσεις Μίλητος, 2004 των Γιώργου Νάθενα, Μηλίτσας Καραθάνου. Η φωτογραφία είναι η παρακείμενη και το σχόλιο λέει: «Το τραινάκι του Πηλίου φοράει τον θρυλικό "βαρδαμπόγο" του (ειδικό εκχιονιστικό-προφυλακτήρα-χιονοδιώκτη) και εξορμά για το καθημερινό του δρομολόγιο προς τις Μηλιές, μέσα σε βαρύ χιονιά (χιονοθύελλα) , που είχε παραλύσει όλες τις συγκοινωνίες στην περιοχή και είχε αποκλείσει το ορεινό Πήλιο επί ένα μήνα, τον Δεκέμβριο του 1957, καίγοντας ολόκληρη την αγροτική του παραγωγή. Ήταν ο φοβερός "λευκός όλεθρος", όπως ονομάστηκε από τους ντόπιους, αφού επί ένα μήνα, μόνο το τραινάκι κυκλοφορούσε ακούραστο μεταξύ Βόλου και Πηλίου (Μηλεών), κουβαλώντας εφόδια στους αποκλεισμένους (στην φωτο στην χιονισμένη οδό Δημητριάδος του Βόλου). Δόξα και τιμή στον "Ιάσονα", την "Μηλέαι" και το "Πήλιον", τις 3 ηρωικές ατμομηχανές που ανέλαβαν αυτή την σκληρή μάχη και την διεκπεραίωσαν παλληκαρίσια, χάρη και στις υπεράνθρωπες προσπάθειες του επίσης ηρωικού προσωπικού τους...»
Ωραίες ιστορίες, «τρελοβαπορίσιες». Σήμερα, σε καιρούς που ένας μέχρι χθες ανύπαρκτος «παίδαρος» πήρε 150.000 € επειδή «νίκησε» σε ένα τηλεοπτικό παιχνιδάκι για απλώς μπρατσωμένα παιδιά, σήμερα που λίγο χιόνι στην σχολική αυλή μπορεί να οδηγήσει στον εισαγγελέα, σήμερα που τα κατσίκια λόγω κρύου δεν μπορούν να αρμεχτούν και αυτό πρέπει να το πληρώσει «η πολιτεία», τουτέστιν όλοι εμείς, όλα τα ηρωικά παρελθόντα ακούγονται σαν παραμύθια στα αυτιά των νεοελλήνων επαναστατών του διαδικτύου.
Εμείς θα συνεχίσουμε να κρατάμε τον Ήλιο τον Ηλιάτορα ψηλά, στη βίγλα του καταρτιού. Γεια σας. 
(δημοσιεύτηκε στην 121χρονη βολιώτικη εφημερίδα "Θεσσαλία" την Τετάρτη 16.01.2018, αρ.φύλλου 36.719)

Τετάρτη 25 Ιουλίου 2018

κυκλο-φ-οριακα 936, 25 Ιουλίου 2018



Το ανέκδοτο το ξέρετε; Γιατί ο Καίσαρας φορούσε σανδάλια; Μα… γιατί ήταν Ιούλιος!! Καλημέρα συμπολίτες, ελπίζω λίγο να δροσιστήκατε με το κρύο ανεκδοτάκι. Καθότι ο Ιούλιος, όπως είναι το σωστό, σταμάτησε τις χαζομάρες με τις βροχές και έπιασε τις ζέστες. Ήρεμα τέλειωσε το ποδοσφαιρικό Μουντιάλ, ήρεμα έφυγε από την ζωή ο μεγάλος μας ποιητής, ένας από τους τελευταίους, ο Μάνος Ελευθερίου. Από τον Άγιο Φεβρουάριο ως τα Τραγούδια του Αγώνα κι από τα Μαλαματένια στα Παραπονεμένα Λόγια, από τη Δίκοπη Ζωή στο Τρένο που φεύγει στις οχτώ κι απ’ τον Χάρο που βγήκε παγανιά στον Άμλετ της Σελήνης, λόγια, στίχοι, ποιητικά στιχουργήματα που τα πρωτακούσαμε σε δίσεκτους καιρούς και μας ακολούθησαν στην δική μας «Θητεία» μέσα στον Κόσμο – φτωχαίνουμε.
Νεκρή μια 40χρονη ή 47χρονη σε τροχαίο δυστύχημα στο Μαλάκι. Παρασυρμένη από αυτοκίνητο που «πέρασε σαν βολίδα» ή «με ιλιγγιώδη ταχύτητα» και ο οδηγός του εγκατέλειψε το θύμα ή συνελήφθη ή «παρέμεινε στον τόπο του δυστυχήματος και κατέθεσε για το συμβάν». Κατόπιν των ανωτέρω το μόνο ασφαλές γεγονός είναι ότι η γυναίκα είναι, δυστυχώς, νεκρή. Το δεύτερο ασφαλές γεγονός είναι ότι αυτό το σημείο της Εθνικής Οδού Βόλου Τσαγκαράδας είναι πάρα πολύ επικίνδυνο. Βεβαίως δεν μπορεί να χαρακτηριστεί «καρμανιόλα», καθώς το προηγούμενο επίσης θανατηφόρο δυστύχημα στο σημείο συνέβη το 2008, σύμφωνα με στοιχείο τοπικής εφημερίδας, ήτοι 10 χρόνια πίσω, αλλά οι λέξεις έχουν προ πολλού χάσει την ακρίβεια των εννοιών τους προ της ανάγκης εντυπωσιασμού του αναγνώστη.
Είναι, λοιπόν, ένα πάρα πολύ επικίνδυνο σημείο, όπου η επικινδυνότητα θα παραμένει ό,τι κι αν σκεφτούμε να κάνουμε. Θα εξαλειφόταν μόνο αν φράζαμε με κάγκελα τις δύο πλευρές του δρόμου, ώστε να μην μπορεί κανείς να τον διασχίσει. Ύστερα θα μπορούσαμε να κατασκευάσουμε μια άνω διάβαση με ελεύθερο ύψος 4,50 μέτρα (διότι υπόγεια διάβαση δεν γίνεται, λόγω του παραθαλασσίου του δρόμου), με τα ανάλογα σκαλοπάτια ή την ανάλογη ράμπα – πηγαίνετε στον Περιφερειακό να δείτε περί τίνος πρόκειται. Αν δεν κάνουμε αυτά μένουν λίγα πράγματα να κάνουμε: α) να είναι πάντοτε φρεσκο-βαμμένη με σωστό ανακλαστικό λευκό χρώμα η διάβαση πεζών που υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια στο σημείο. β) αυτή η διάβαση πεζών να φωτίζεται όλη την νύκτα με ισχυρούς προβολείς γ) να τοποθετηθούν κίτρινοι αναλάμποντες φωτεινοί σηματοδότες στην κατάλληλη απόσταση από την διάβαση και στις δύο κατευθύνσεις κυκλοφορίας δ) οι πεζοί να χρησιμοποιούν αποκλειστικά και μόνο αυτή την διάβαση ε) να υπάρξει μείωση του ορίου ταχύτητας στα 30 km/h και στις δύο κατευθύνσεις με επανειλημμένη σήμανση με πινακίδες μεγάλων διαστάσεων. Αν τα έχουμε κάνει αυτά τα λίγα, κι αν οδηγοί και πεζοί κινούμαστε στην Εθνική Οδό (θα το λέω μέχρι να το χωνέψουν κάποιοι…) με μυαλό, τότε θα μειώσουμε τις πιθανότητες ενός δυστυχήματος. Άλλο τίποτε δεν μπορούμε να κάνουμε, συμπολίτες.
Αυτό το κείμενο γράφτηκε το πρωί της Δευτέρας. Το απόγευμα της Δευτέρας συμμετείχαμε στον αγιασμό του Ολυμπιακού Βόλου, έξω από το Εθνικό Αθλητικό Κέντρο «Τάκης Συνετόπουλος», διότι οι είσοδοι στο στάδιο ήταν μπλοκαρισμένες από έναν γερανό-θηρίο κι ένα φορτηγό φορτωμένο με πολύ μίσος.
Ύστερα ήρθαν οι πυρκαγιές της Αττικής, ένα ακόμη ασύμμετρο φαινόμενο – η Βικιπαίδεια, η διαδικτυακή εγκυκλοπαίδεια, λέει ότι αυτός ο όρος καθιερώθηκε κυρίως από στρατιωτικούς αναλυτές πολεμικών επιχειρήσεων μόλις στις δύο τελευταίες δεκαετίες. Για τις ασύμμετρες απειλές (asymmetric threats) και τον ασύμμετρο πόλεμο (asymmetric warfare) δεν υπάρχουν απόλυτα συμφωνημένοι ορισμοί διεθνώς. Γενικά, ασύμμετρος θεωρείται ο πόλεμος που διενεργείται από οργανωμένες μη-συμβατικές ομάδες, βασίζεται στην αναίρεση των κανόνων του δικαίου και του δικαίου του πολέμου, ενώ χρησιμοποιεί κυρίως χαμηλού σχετικά κόστους όπλα και επιχειρησιακή δράση που προκαλεί όμως, δυσανάλογα, μεγάλου (ασύμμετρου) κόστους αποτελέσματα στον υπέρτερο αντίπαλο, τόσο σε ανθρώπινες ζωές και υλικό όσο και σε ψυχολογικό και κοινωνικό κόστος.
Τρίτη πρωί, δεν υπάρχουν λόγια. Μόνο νεκροί και τραυματίες. Γεια σας.
(δημοσιεύτηκε στην βολιώτικη "Θεσσαλία" την Τετάρτη 25.07.2018 χωρίς την φωτογραφία)

Τετάρτη 25 Απριλίου 2018

κυκλο-φ-οριακα 925, 25 Απριλίου 2018






«Και η Άνοιξη ολοένα τους κυρίευε», που λέει και ο Ελύτης στην «Μεγάλη Έξοδο», και συνεχίζει «Σα να μην ήτανε άλλος δρόμος πάνω σ' ολάκερη τη γη για να περάσει η Άνοιξη παρά μονάχα αυτός, και να τον είχαν πάρει αμίλητοι, κοιτάζοντας πολύ μακριά, πέρ' απ' την άκρη της απελπισιάς, τη Γαλήνη που έμελλαν να γίνουν, οι νέοι με τα πρησμένα πόδια που τους έλεγαν αλήτες, και οι άντρες, και οι γυναίκες, και οι λαβωμένοι με τον επίδεσμο και τα δεκανίκια». Αυτό το κείμενο, άσχετο ή σχετικό, «ζει» μέσα μου και αναδύεται κάθε χρόνο μαζί με τις παπαρούνες, τις μαργαρίτες, τα τριαντάφυλλα κι όλο το όργιο χρωμάτων και σχημάτων που συνοδεύει την αναγέννηση της Φύσης. Και το ιδεολογικό και αξιακό του μήνυμα αναγεννάται κι αυτό, για να μπορώ να αντιμετωπίσω τους «Άλλους», που μεταλλάσσονται διαρκώς και όλο ίδιοι μένουν.

Οι αναμνήσεις μας είναι η περιουσία της ψυχής μας.

Παρασκευή 7 Απριλίου 2017

κυκλο-φ-οριακα 884 5 Απριλίου 2017

"ποδηλατόδρομος", οδός Λήμνου...

Έστησ' ο Έρωτας χορό με τον ξανθόν Απρίλη κι η φύσις ηύρε την καλή και τη γλυκειά της ώρα …
Τούτους τους στίχους έχει γράψει ο Διονύσιος Σολωμός στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους», την ώρα που «Αραπιάς άτι, Γάλλου νούς, βόλι Τουρκιάς, τοπ' Άγγλου! Πέλαγο μέγα πολεμά, βαρεί το καλυβάκι…», λίγο πριν την Έξοδο του Μεσολογγίου, στις 10 Απριλίου 1826. Γι αυτό το θέμα της Εξόδου στις 15.02.2017 γράψαμε δυο καλά λόγια για μια πολύ ωραία παρουσίαση που μας έδειξε ο γυμναστής και δεινός ορειβάτης κ. Γιάννης Μάγγος. Σήμερα αισθανόμαστε την ανάγκη να πούμε επίσης εύγε! στους συντελεστές μιας μυσταγωγίας που έλαβε χώρα το περασμένο Σάββατο 1 Απριλίου στο Πνευματικό Κέντρο της Ι.Μ.Δημητριάδος με τίτλο «Νά ζῇ τό Μεσολόγγι». Εστία Θεάτρου «Ἐρινεώς» Βόλου, Μαγνήτων Κιβωτός, Γιάννης Τράντας, Χορωδία Φιλοκαλλιτεχνικού Συλλόγου Μεσολογγίου με μαέστρο Χρήστο Βλαχογιάννη, Σύλβια Τσιμπανάκου, Ευαγγελία Κατούνια, Μαρία Γώγου, τρεις μουσικοί και δύο νεαρές χορεύτριες, μας καθήλωσαν σε μια αξέχαστη βραδιά ποίησης, τραγουδιού και Δόξας.
Τέτοια ωραία να συμβαίνουν στην πόλη μας, να χαιρόμαστε. Άλλα, δυσάρεστα, να μην συμβαίνουν.

Πέμπτη 28 Μαΐου 2015

Δύο ποιήματα του Γιώργου Σεφέρη



Δύο ποιήματα. Το ένα πολύ γνωστό, το άλλο σχετικά άγνωστο. Και τα δύο γραμμένα τις ίδιες μέρες, στις 5 το πρώτο και στις 7 το δεύτερο, του Οκτώβρη 1944, στον ίδιο τόπο, στην Cava dei Tirenni, ένα μικρό λιμάνι στην περιοχή του Σαλέρνο, στην Τυρρηνική θάλασσα, στην δυτική ακτή της Ιταλίας.
Το πολύ γνωστό είναι «Ο τελευταίος σταθμός» και το σχετικά άγνωστο είναι «Το απομεσήμερο ενός φαύλου». Και τα δύο αναφέρονται στο συγκεκριμένο γεγονός της επιστροφής της ελληνικής κυβέρνησης από την Αίγυπτο στην Ελλάδα.
Από το ιστολόγιο http://latistor.blogspot.com αντιγράφω την σύντομη αναφορά:
Όταν τον Απρίλιο του 1941 οι Γερμανοί κατέλαβαν την Ελλάδα, η ελληνική κυβέρνηση κατέφυγε στο Κάιρο. Ο Γ. Σεφέρης, που ήταν διπλωματικός υπάλληλος, την ακολούθησε και από την υπηρεσιακή του θέση (στο Κάιρο και την Πραιτόρια της Ν. Αφρικής) έζησε τις διπλωματικές ζυμώσεις μεταξύ των Ελλήνων πολιτικών και των συμμάχων, οι οποίες αφορούσαν το πολιτικό μέλλον της Ελλάδας. Στα ημερολόγιά του, που εκδόθηκαν μετά το θάνατό του με τον τίτλο Μέρες και Πολιτικό Ημερολόγιο, έχει καταγράψει τους πολιτικούς αυτούς αγώνες, τις δολοπλοκίες και τους καιροσκοπισμούς ανθρώπων και υπηρεσιών, σε μια εποχή που η Ελλάδα με την Αντίστασή της συνέχιζε τον αγώνα εναντίον των κατακτητών και υπέφερε τα πάνδεινα (πείνα, εκτελέσεις, βασανιστήρια, πυρπολήσεις κτλ.). Οι εμπειρίες αυτές του Σεφέρη βρίσκουν την ποιητική τους έκφραση στα ποιήματα της συλλογής «Ημερολόγιο Καταστρώματος Β΄». Τελευταίο ποίημα της συλλογής είναι ο Τελευταίος Σταθμός, γραμμένος, σύμφωνα με την ένδειξη του ποιητή, στο λιμάνι Cava dei Tirreni, κοντά στο Σαλέρνο της Ιταλίας, στις 5 Οκτωβρίου 1944. Εκεί έχουν φτάσει από την Αίγυπτο οι ελληνικές διπλωματικές υπηρεσίες και είναι έτοιμες να επιστρέψουν στην Ελλάδα, από την οποία αποχωρούν οι Γερμανοί (από την Αθήνα έφυγαν στις 12 Οκτωβρίου 1944). Το δράμα φαίνεται να τελειώνει, αλλά σε λίγο θ’ αρχίσουν νέες συμφορές: ο εμφύλιος.
Από το ιστολόγιο http://praxiallilegiis.blogspot.gr αντιγράφω το σχόλιο:
Εκτός από τον γνωστό Σεφέρη, τον σοβαρό, τον βαρύθυμο και μελαγχολικό, υπήρχε και ο άλλος Σεφέρης, ο αισθησιακός, ο φιλοπαίγμων, ο σατιρικός.
Η συνύπαρξη είναι εμφανής ανάμεσα σε δυο του ποιήματα που γράφτηκαν στο ίδιο μέρος, την ίδια εποχή και για το ίδιο θέμα. Το ένα είναι ο «Τελευταίος Σταθμός». Το άλλο, σαρκαστικό, ειρωνικό και διαχρονικά επίκαιρο, είναι «Το Απομεσήμερο ενός Φαύλου». Γράφτηκαν και τα δύο στην Ιταλία, ενώ η ελληνική κυβέρνηση της Μέσης Ανατολής περίμενε την έγκριση των Άγγλων για να επιστρέψει στη μόλις απελευθερωμένη Ελλάδα.
Η διαφορά ανάμεσα στα δυο ποιήματα είναι προφανής, καμία βαθειά φιλολογική ανάλυση δεν χρειάζεται. Το πρώτο το γράφει ο διπλωμάτης, ο κοσμογυρισμένος, ο αρχαιογνώστης, ο υψηλής νοημοσύνης και αισθητικής, ο (αργότερα) καταξιωμένος με το νόμπελ λογοτεχνίας ποιητής. Το δεύτερο το γράφει ο «απλός» άνθρωπος, αυτός που πέρασε και είδε κι άκουσε πολλά, που συσσώρευσε μέσα του πίκρα, οργή και αγανάκτηση για τα όσα συνέβησαν εκείνα τα τρία χρόνια στην Αίγυπτο με την «εξόριστη» ελληνική κυβέρνηση. Τα δύο ποιήματα περιγράφουν το ίδιο πράγμα, το ύφος και, κυρίως, το λεξιλόγιο είναι που κάνει την διαφορά.
Προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι ήταν … λογικό να μείνει «σχετικά» (έως και εντελώς, θα πω εγώ) άγνωστο το δεύτερο ποίημα. Δεν ταίριαζε στην εικόνα του σοβαρού νομπελίστα, στην εικόνα που είχαν κάποιοι άλλοι δημιουργήσει για τον Γιώργο Σεφέρη – η ποίηση πρέπει, άραγε, να ωραιοποιεί την αλήθεια;

Ο τελευταίος σταθμός

Λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ’ αρέσαν.
Τ’ αλφαβητάρι των άστρων που συλλαβίζεις
όπως το φέρει ο κόπος της τελειωμένης μέρας
και βγάζεις άλλα νοήματα κι άλλες ελπίδες,
πιο καθαρά μπορείς να το διαβάσεις.
Τώρα που κάθομαι άνεργος και λογαριάζω
λίγα φεγγάρια απόμειναν στη μνήμη
νησιά, χρώμα θλιμμένης Παναγίας, αργά στη χάση
ή φεγγαρόφωτα σε πολιτείες του βοριά ρίχνοντας κάποτε
σε ταραγμένους δρόμους ποταμούς και μέλη ανθρώπων
βαριά μια νάρκη.
Κι όμως χτες βράδυ εδώ, σε τούτη τη στερνή μας σκάλα
όπου προσμένουμε την ώρα της επιστροφής μας να χαράξει
σαν ένα χρέος παλιό, μονέδα που έμεινε για χρόνια
στην κάσα ενός φιλάργυρου, και τέλος
ήρθε η στιγμή της πληρωμής κι ακούγονται
νομίσματα να πέφτουν πάνω στο τραπέζι
σε τούτο το τυρρηνικό χωριό, πίσω από τη θάλασσα του Σαλέρνο
πίσω από τα λιμάνια του γυρισμού, στην άκρη
μιας φθινοπωρινής μπόρας το φεγγάρι
ξεπέρασε τα σύννεφα, και γίναν
τα σπίτια στην αντίπερα πλαγιά από σμάλτο.
Σιωπές αγαπημένες της σελήνης.
Είναι κι αυτός ένας ειρμός της σκέψης ένας τρόπος
ν’ αρχίσεις να μιλάς για πράγματα που ομολογείς
δύσκολα, σε ώρες όπου δε βαστάς σε φίλο
που ξέφυγε κρυφά και φέρνει
μαντάτα από το σπίτι κι από τους συντρόφους,
και βιάζεσαι ν’ ανοίξεις την καρδιά σου
μη σε προλάβει η ξενιτιά και τον αλλάξει.
Ερχόμαστε απ’ την Αραπιά, την Αίγυπτο, την Παλαιστίνη, τη Συρία
το κρατίδιο της Κομμαγηνής, που ‘σβησε σαν το μικρό λυχνάρι
πολλές φορές γυρίζει στο μυαλό μας,
και πολιτείες μεγάλες που έζησαν χιλιάδες χρόνια
κι έπειτα απόμειναν τόπος βοσκής για τις γκαμούζες
χωράφια για ζαχαροκάλαμα και καλαμπόκια.
Ερχόμαστε απ’ την άμμο της έρημος απ’ τις θάλασσες του Πρωτέα,
ψυχές μαραγκιασμένες από δημόσιες αμαρτίες,
καθένας κι ένα αξίωμα σαν το πουλί μες στο κλουβί του.
Το βροχερό φθινόπωρο σ’ αυτή τη γούβα
κακοφορμίζει την πληγή του καθενός μας
ή αυτό που θα ‘λεγες αλλιώς, νέμεση μοίρα
ή μονάχα κακές συνήθειες, δόλο και απάτη,
ή ακόμη ιδιοτέλεια να καρπωθείς το αίμα των άλλων.
Εύκολα τρίβεται ο άνθρωπος μες στους πολέμους
ο άνθρωπος είναι μαλακός, ένα δεμάτι χόρτο
χείλια και δάκτυλα που λαχταρούν ένα άσπρο στήθος
μάτια που μισοκλείνουν στο λαμπύρισμα της μέρας
και πόδια που θα τρέχανε, κι ας είναι τόσο κουρασμένα,
στο παραμικρό σφύριγμα του κέρδους.
Ο άνθρωπος είναι μαλακός και διψασμένος σαν το χόρτο,
άπληστος σαν το χόρτο, ρίζες τα νεύρα του κι απλώνουν
σαν έρθει ο θέρος
προτιμούν να σφυρίξουν τα δρεπάνια στ’ άλλο χωράφι
σαν έρθει ο θέρος
άλλοι φωνάζουνε για να ξορκίσουν το δαιμονικό
άλλοι μπερδεύονται μες στ’ αγαθά τους, άλλοι ρητορεύουν.
Αλλά τα ξόρκια τ’ αγαθά τις ρητορείες,
σαν είναι οι ζωντανοί μακριά, τι θα τα κάνεις;
Μήπως ο άνθρωπος είναι άλλο πράγμα;
Μην είναι αυτό που μεταδίνει τη ζωή;
Καιρός του σπείρειν, καιρός του θερίζειν.
Πάλι τα ίδια και τα ίδια θα μου πεις φίλε.
Όμως τη σκέψη του πρόσφυγα τη σκέψη του αιχμάλωτου
τη σκέψη του ανθρώπου σαν κατάντησε κι αυτός πραμάτεια
δοκίμασε να την αλλάξεις, δεν μπορείς.
Ίσως και να ‘θελε να μείνει βασιλιάς ανθρωποφάγων
ξοδεύοντας δυνάμεις που κανείς δεν αγοράζει
να σεργιανά μέσα σε κάμπους αγαπάνθων
ν’ ακούει τα τουμπελέκια κάτω απ’ το δέντρο του μπαμπού,
καθώς χορεύουν οι αυλικοί με τερατώδεις προσωπίδες.
Όμως ο τόπος που τον πελεκούν και που τον καίνε σαν το πεύκο,
και τον βλέπεις
είτε στο σκοτεινό βαγόνι, χωρίς νερό, σπασμένα τζάμια, νύχτες και νύχτες
είτε στο πυρωμένο πλοίο που θα βουλιάξει καθώς το δείχνουν οι στατιστικές,
ετούτα ρίζωσαν μες στο μυαλό και δεν αλλάζουν
ετούτα φύτεψαν εικόνες ίδιες με τα δέντρα εκείνα
που ρίχνουν τα κλωνάρια τους μες στα παρθένα δάση
κι αυτά καρφώνονται στο χώμα και ξαναφυτρώνουν∙
ρίχνουν κλωνάρια και ξαναφυτρώνουν δρασκελώντας λεύγες και λεύγες
ένα παρθένο δάσος σκοτωμένων φίλων το μυαλό μας.
Κι α σου μιλώ με παραμύθια και παραβολές
είναι γιατί τ’ ακούς γλυκότερα, κι η φρίκη
δεν κουβεντιάζεται γιατί είναι ζωντανή
γιατί είναι αμίλητη και προχωράει
Στάζει τη μέρα στάζει στον ύπνο
μνησιπήμων πόνος.
Να μιλήσω για ήρωες να μιλήσω για ήρωες: ο Μιχάλης
που έφυγε μ’ ανοιχτές πληγές απ’ το νοσοκομείο
ίσως μιλούσε για ήρωες όταν, τη νύχτα εκείνη
που έσερνε το ποδάρι του μες στη συσκοτισμένη πολιτεία,
ούρλιαζε ψηλαφώντας τον πόνο μας «Στα σκοτεινά
πηγαίνουμε στα σκοτεινά προχωρούμε...»
Οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά.
Λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ’ αρέσουν.
Cava dei Tirreni, 5 Οκτωβρίου ’44

Το απομεσήμερο ενός φαύλου
Τράβα αγωγιάτη, καρότσα τράβα,
τράβα να φτάσουμε γοργά στην Κάβα!
Φύσα βαπόρι, βόα μηχανή,
να ’ρθούμε πρώτοι εμείς! – οι στερνοί.
Τα στερνοπαίδια και τ’ αποσπόρια
και τ’ αποβράσματα και τ’ αποφόρια
μιας μάχης που ήτανε γι’ άλλα κορμιά
για μάτια αλλιώτικα κι άλλη καρδιά.
Πολιτικάντηδες, καραβανάδες,
ψιλικατζήδες, κολλυβιστάδες,
μούργοι, μουνούχοι και θηλυκά
τράβα αγωγιάτη! βάρα αμαξά!
Φτωχή Πατρίδα, στα μάγουλά σου
μαχαίρια γράφουνε το γολγοθά σου
μάνα λιοντόκαρδη, μάνα ορφανή,
κοίτα αν αντέχεις τέτοια πομπή:
το ματσαράγκα, το φαταούλα
με μπογαλάκια και με μπαούλα
τη χύτρα που έβραζε κάθε βρωμιά
λες και την άδειασαν όλη μεμιά
σ’ αυτούς ανάμεσα τους ήπιους λόφους
όπου μας κλείσανε σαν υποτρόφους
ενός αδιάντροπου φρενοβλαβή
που στο βραχνά του παραμιλεί.
Δες το σελέμη, δες και το φάντη
πώς θυμιατίζουνε τον ιεροφάντη
που ρητορεύεται λειτουργικά
μπρος στα πιστά του μηρυκαστικά.
Μαυραγορίτες από τα Νάφια[1]
της προσφυγιάς μας άθλια σινάφια,
γύφτοι ξετσίπωτοι κι αρπαχτικοί,
λένε, πατρίδα, πως πάνε εκεί
στα χώματά σου τα λαβωμένα
γιατί μαράζωσαν, τάχα, στα ξένα
και δεν μπορούνε χωρίς εσέ
οι φαύλοι: τρέχουνε για το λουφέ.
Cava dei Tirreni, περιφέρεια του Salerno, 7 Οκτώβρη του ’44

[1] Τα Νάφια είναι ιδιωματική απόδοση των NAAFI, πού ήταν καταστήματα των Άγγλων ένστολων και πηγή εφοδιασμού για τους Έλληνες μαυραγορίτες.