Σάββατο 13 Ιουλίου 2013

...βοήθα καλέ μου, μη φαγωθούμε μεταξύ μας



Στα τέλη του 2009, όταν όλα τα σημάδια έδειχναν την επερχόμενη θύελλα αλλά εμείς ζούσαμε ακόμη «όπως πριν», το μυαλό μου ανέσυρε έναν στοίχο του Κ.Χ.Μύρη από το «Χρονικό» του Γιάννη Μαρκόπουλου, τραγουδισμένο αξεπέραστα το 1972 από τον Νίκο Ξυλούρη.
…Μεγάλωσαν τα γένια μας,
η ψυχή μας αλλιώτεψε,
αγριεμένο το σκυλί γαβγίζει τη φωνή του,
βοήθα, καλέ μου, μη φαγωθούμε μεταξύ μας…
Το έγραψα, το τύπωσα σε πολλά αντίτυπα, το κόλλησα πάνω απ’ το γραφείο μου, το μοίρασα σ’ όλους τους συναδέλφους.
Είπα «να δείτε που αυτό θα ‘ναι το πιο σημαντικό στους καιρούς που έρχονται».
Ύστερα άρχισαν οι βροντές, που πάντα προηγούνται της καταιγίδας. Βροντές-ομοβροντίες. Όχι από κανονικά πυροβόλα, από εκτοξευτήρες βομβίδων κρότου-λάμψης και χημικών σκευασμάτων. Τα παλιά εγχειρίδια του καλού κυρίου Γκαίμπελς, συνταιριασμένα με τα νεώτερα του κυρίου Γεωργαλά, ανασύρθηκαν από το χρονοντούλαπο της ιστορίας, στο οποίο χρονοντούλαπο, σημειωτέον, το ίδιο το ΠαΣοΚ τα είχε βάλει επί πατρός, και, αφού πλέον το πιστόλι πάνω στο τραπέζι του Γιώργου είχε γυρίσει κατά πάνω του και κατά πάνω μας, άρχισε η ολομέτωπη επίθεση.
Πρώτα ήρθε κι έσκασε το «μαζί τα φάγαμε», με το οποίο ενοχοποιηθήκαμε αυτομάτως άπαντες και, σχεδόν αμέσως – άλλο που δε θέλαμε – αρχίσαμε να στραβοκοιτάμε τον γείτονά μας, που έπαιρνε επιδότηση για τις ελιές του στα κατσάβραχα, που είχε την κόρη του στο ΙΚΑ, που έπαιρνε αναπηρική σύνταξη, που είχε τρίτο ξάδερφο διαχειριστή ευρωπαϊκού προγράμματος, που είχε ένα κληρονομικό εξοχικό στο Πήλιο, που πήγαινε κάθε τρίτη μέρα στο τσιπουράδικο, που είχε βάρκα και πήγαινε για ψάρεμα, που ψώνισε πέρυσι καινούργιο μηχανάκι, που φώναξε τον υδραυλικό και δεν του ζήτησε απόδειξη.
Ύστερα άρχισαν τα περί φοροδιαφυγής σημαντικά. Αρχίσαμε κι εμείς να απεχθανόμαστε συλλήβδην όλους τους φοροφυγάδες περιπτεράδες, ηλεκτρολόγους και υδραυλικούς, καυστηρατζήδες, συνεργάδες, ψιλικατζήδες, καφετζήδες, γιατρούς, μηχανικούς, δικηγόρους, φαρμακοποιούς, οικοδόμους πάσης ειδικότητος, κουλουρτζήδες, λαϊκατζήδες, ΔΕΗτζήδες και ΟΤΕτζήδες, εμπόρους και εμποράκους, εφοριακούς, δικαστές, στρατιωτικούς, κομμωτές, μαγείρους, συμβούλους γενικώς, δημάρχους, δημοσιογράφους, φωτογράφους, ζωγράφους, εργάτες, αγρότες, φοιτητές (αυτό μου βγήκε αυθόρμητα, ήταν, κάποτε, ένα σύνθημα…), φουρνάρηδες, μανάβηδες και μπακάληδες, όλους τους βάλαμε στο μάτι, δεδομένου ότι μόνο εμείς και κανένας άλλος επί ελληνικής γης ήμασταν πάντα συνεπείς προς τις φορολογικές προς την πατρίδα υποχρεώσεις μας. Μόνο εμείς.

«…βοήθα θεέ μου, μη φαγωθούμε μεταξύ μας…», προσευχόμουν εγώ, ενδομύχως και εξωμύχως, εις ώτα μη ακουόντων…
Καθώς ο διχασμός, τριχασμός και βάλε βάθαινε και το ποτάμι της οργής, της απολύτως κατευθυνόμενης «κοινής γνώμης», άρχιζε να φουσκώνει και το «λεφτά υπάρχουν» της προεκλογικής περιόδου αποδεικνύονταν απολύτως παραπλανητικό, σειρά πήραν οι συντεχνίες και οι οργανωμένες κοινωνικές ομάδες. Δεν απεργούσε, πλέον, η ΔΕΗ, απεργούσαν οι συνδικαλιστές της ΔΕΗ, η λέξη «συνδικαλιστής» έγινε ισότιμη του «εφιάλτης» (με την αρχική, την «θερμοπυλική» έννοια…). Οι Ενώσεις, οι Ομοσπονδίες, τα Σωματεία, αυτά που για δεκαετίες στήριζαν τα δύο κυβερνώντα κόμματα και στηρίζονταν λυσσωδώς απ’ αυτά για να τα στηρίζουν, εν μία νυκτί έγιναν άντρα παρανομιών, βολεψάκηδων, τεμπέληδων, μπαταχτσήδων, ανάξιων λόγου και έργου, ατόμων ανάξιων να μιλούν «εξ ονόματος». Ξανά εμείς, άλλο που δε θέλαμε, τους έτσι, τους αλλιώς, που μας κόβουν το ρεύμα, που δεν αφήνουν τα καράβια μας να σαλπάρουν, που δεν δουλεύουν τα λιμάνια μας, που δεν οδηγούν τα λεωφορεία να πάμε σπίτι μας, που δεν κάνουν καλό μάθημα στα παιδιά μας, που δεν προχωράν την άδεια για το πανωσήκωμα, που όλο επιδόματα διεκδικούν, που δεν μαζεύουν τα σκουπίδια μας, που θέλουν να κλείσουν τις βιομηχανίες μας, που καταστρέφουν τον τουρισμό μας, που μαζεύονται σε πορείες και κλείνουν τους δρόμους, οι ανθέλληνες οι συνδικαλιστές, οι μια ζωή εγκληματίες σε βάρος της ελληνικής ΜΑΣ οικονομίας.
Εγώ, όπου βρισκόμουν κι όπου στεκόμουν υποδυόμουν (άσχημα, εννοείται…) τον Ξυλούρη και τραγουδούσα «…βοήθα καλέ μου, μη φαγωθούμε μεταξύ μας…».
Καιρός ήταν, πλέον, κάπου προς το τέλος Γενάρη του 2010, να αναδειχτεί υπερηφάνως και η θεμελιώδης αντίθεση της ελληνικής κοινωνίας, που δεν είναι καθόλου, αν έτσι νομίζατε, η αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας, που έλεγε εκείνος ο ανόητος ο Μαρξ. Είναι η αντίθεση Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα της κακόμοιρης ελληνικής οικονομίας. Με έξυπνο, ομολογουμένως, τρόπο, ως απαύγασμα της όλης γκαιμπελικής τακτικής των διαφόρων αδρά αμοιβόμενων παρατρεχάμενων (ονόματα υπάρχουν, αλλά δεν έχουν σημασία…) της ξένης, κυρίως, και της ντόπιας κυβερνητικής νομενκλατούρας, οι εργαζόμενοι χωρίστηκαν σε σκληρά αντιμαχόμενα στρατόπεδα. Αιφνιδίως και «δια μαγείας» όλοι οι του Δημοσίου προσλήφθηκαν με μέσον, είναι τσιράκια πολιτικών γραφείων, είναι εξ αντικειμένου επίορκοι, είναι κοπανατζήδες, τα παίρνουν, τεμπελιάζουν, δεν εξυπηρετούν κανέναν πολίτη, είναι άχρηστα τομάρια που τα πληρώνουν οι άλλοι και πρέπει να ντρέπονται που είναι δημόσιοι υπάλληλοι. Γιούργια και οι ελεγκτές δημόσιας διοίκησης (οι αδιάφθοροί, που πετούν πρώτοι την πέτρα…), δημοσιότατοι υπάλληλοι και οι ίδιοι, βαράτε, τίποτε να μη μείνει όρθιο. Να! εκθέσεις, να! λίστες διεφθαρμένων, να! ξένες εφημερίδες, ρεζίλι των σκυλιών, κουρέλι η Ελλάδα, παλικάρια μου εσείς των «ελληνικών» κυβερνήσεων, με τις παχιές μίζες ετών και τους καλούς λογαριασμούς στην Ελβετία!
Η απάντηση σ’ όλα αυτά ήρθε με την ίδια βία να κατακεραυνώσει τα ανήθικα υπερκέρδη του Ιδιωτικού Τομέα, που τον πληρώναμε όλοι μας για να κάνει τις επιδοτήσεις σκάφη και βίλλες στη Μύκονο, που κάθε «επιχειρηματίας» αγόραζε κι από μια ποδοσφαιρική ομάδα για να ξεπλύνει τ’ άπλυτά του, που όλοι «λάδωναν» τις δημόσιες μηχανές για να παίρνουν τις παράνομες άδειες ή τις καλές δουλειές, που έφαγε και δεν χόρτασε με τους Ολυμπιακούς Αγώνες (το κεφάλαιο, εξ ορισμού, ποτέ δεν χορταίνει…), που έστησε το μεγάλο κόλπο του χρηματιστηρίου και τη μεγάλη φούσκα της ανοικοδόμησης με την αμέριστη υποστήριξη του, επίσης ιδιωτικού, Τραπεζικού Τομέα, που έχει υποθηκευμένη όλη μας την ύπαρξη, που κατάκλεβε όλα τα χρόνια, απ’ τον μεγαλύτερο ως τον μικρότερο αυτοαπασχολούμενο, μάστορα ή επιστήμονα, τα δημόσια και τα ασφαλιστικά ταμεία, που έδινε μισθούς πείνας στους εργαζόμενους και παχυλές αμοιβές στα «στελέχη» του.
«…βοήθα καλέ μου, μη φαγωθούμε μεταξύ μας…», εγώ ο αιθεροβάμων.
Ύστερα η καταιγίδα δεν άντεξε άλλο να περιμένει και ξέσπασε. Άρχισαν τα πακέτα. Μέτρων, μνημονίων, μεσοπρόθεσμων, τρόικας, ισοδυνάμων, κυβερνήσεων, επενδυτών και επε-κ-δυτών, αποκρατικοποιήσεων (πώς λέμε «Αγροτική Τράπεζα» και γελάμε…), καταργήσεων και συγχωνεύσεων, προσλήψεων ημετέρων «ειδικών συμβούλων», ωραία πακέτα, με περιτύλιγμα Μέρκελ και κορδέλα Σαρκοζί. Ο Ιδιωτικός Τομέας, που λίγο, ελάχιστα, πιο πριν αισθάνονταν «ασφαλής», διότι, ως βραχυπρόθεσμος και μεταπρατικός που ήταν πάντα στην Ελλάδα, ποτέ στην ιστορία του δεν μπόρεσε να δει τι έρχεται «μετά» από την εφήμερη ευμάρειά του, βρέθηκε μέσα στην ίδια ακριβώς περιδίνηση με τον Δημόσιο. Είναι ιστορική πρωτοτυπία η κατάργηση τόσων εργατικών κεκτημένων αιώνων μέσα σε τόσο λίγο χρόνο. Επειδή τα πρώτα μέτρα αφορούσαν δαπάνες του Δημοσίου Τομέα, που, λογικά, έπληξαν πρώτα τους εργαζόμενους του Δημοσίου Τομέα, οι εργαζόμενοι του Ιδιωτικού Τομέα χάρηκαν που την γλίτωσαν και, απλώς, συνέχισαν την προπαγάνδα που τους είχαν εμφυτεύσει τα καλά παιδιά. Έτσι, όταν άρχισαν να πέφτουν και σ’ αυτούς οι σφαλιάρες άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι στόχος των παλικαριών δεν ήταν μόνο ο περιορισμός των δαπανών του σπάταλου κράτους αλλά και η μέσω της κρίσης αύξηση των κερδών των μεγαλοεπιχειρηματιών και των μεγαλοπατρόνων τους. Όμως ήταν ήδη αργά, δεν υπήρχε κανείς να τους υπερασπιστεί, να τους συμπαρασταθεί, να τους συνδράμει. Μόνοι κι έρημοι, χωρίς τα κατασυκοφαντημένα από τους ίδιους συνδικάτα που μέχρι τότε τους προστάτευαν και υπέγραφαν συλλογικές συμβάσεις και ωράρια εργασίας, χωρίς τον κοινωνικό περίγυρο των φίλων τους, γειτόνων τους, αδελφών τους, δημοσίων εργαζομένων, έρμαια στις ατομικές συμβάσεις, στην τετράωρη εργασία, στην ανασφάλιστη εργασία και τέλος στην ανεργία, δηλωμένη και, κυρίως, αδήλωτη στον δημόσιο ΟΑΕΔ, από τον οποίο περιμένουν απλώς μια ελεημοσύνη. Ψάχνουν ακόμη να βρουν δημόσια όργανα που λέγονται «Επιθεώρηση Εργασίας», «ΙΚΑ» (ΕΟΠΥΥ κατά τα νεώτερα), «ΕΟΑΕΕ», «Συνήγορος του πολίτη» και άλλα τέτοια, ψάχνουν την εργατική νομοθεσία και ακριβοπληρώνουν εργατολόγους, χαμένους επίσης μέσα στις αντισυνταγματικές πλην νόμιμες δια το δημόσιον συμφέρον, αλλαγές των νόμων και των προφητών. Ψάχνουν τα (πρώην) συλλογικά τους όργανα και βρίσκουν εκεί άλλες αλληλοσπαρασσόμενες φατρίες, έναν ακόμη διχασμό, και παίρνουν, αναγκαστικά, των ομματιών τους.
Παράλληλα, και όχι ανεξάρτητα από τα γενικώς συμβαίνοντα, προχωρούσε και η προσαρμογή, τρόπον τινά, του αείποτε πολιτικού κατεστημένου της χώρας στα νέα δεδομένα. Η πολιτική αντιπαράθεση στα καφενεία και στα τηλεοπτικά «πάνελς» (λέξη κατάλληλη, ελληνική, δεν βρέθηκε ακόμη για να χαρακτηρίσει αυτό το χάλι, όπου δέκα άνθρωποι μιλάνε όλοι μαζί, υπό το ευτυχισμένο βλέμμα ενός βωβού παρουσιαστή-μαριονέτας που πληρώνεται ανάλογα με τα νούμερα, όχι τα καλεσμένα, αλλά της εϊτζιμπί, που μακάρι νά ΄ξερα τι σημαίνει) ανέδειξε αιφνιδίως υποστηρικτές των μνημονίων, εχθρούς των μνημονίων, ναιμεναλλάδες, δραχμολάτρες και ευρωλάτρες, αντι- και φιλο-ευρωπαϊστές, ελληναράδες, εθνικιστές, υδρογονανθρακομανείς, λογολάγνους υπερασπιστές των δικαιωμάτων των μειονοτήτων και των εργατών, μεταρρυθμιστές γενικώς και αορίστως (πώς λέμε Λουθηρανοί ένα πράμα…), γερμανοτσολιάδες και χαρβαρντιανούς αμερικανόπληκτους, ένας απίθανος αχταρμάς. Η αρχέγονη αντίθεση δεξιά-αριστερά, που στην Ελλάδα τροποποιήθηκε το 1981 και έγινε δεξιά-σοσιαλισμός-αριστερά και ξανατροποποιήθηκε μετά το «βρώμικο ‘89», την αλήστου εκείνη μνήμης συγκυβέρνηση και την κατάπτωση του «υπαρκτού» σοσιαλισμού σε νεοφιλελευθερισμός-σοσιαλισμός-ευρωπαϊκή αριστερά-κομμουνιστική αριστερά, έφτασε στα χρόνια των μνημονίων να γίνει «χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα». Σημάδι του καιρού κι αυτό. Μπορεί «οι ευρωπαίοι» να βγάζουν σπυράκια με τα τόσα κόμματα και κομματάκια της ελληνικής δημοκρατίας, όμως στην παρούσα περίσταση πολύ τους βόλεψε που εύρισκαν πρόθυμα στις εντολές τους τσιράκια κι από ‘δω, κι από ‘κει, κι από δίπλα, και να! η αναγκαιότης των συνεργασιών δια το καλόν του τόπου και πιασ’ τ’ αυγό και κούρεφτο.
Η Ιστορία ή ο Θεός της Ελλάδας ή και οι δύο μαζί μας έδωσαν όχι μία, αλλά δύο ευκαιρίες. Εκλογές τις λένε, τις κλωτσήσαμε και τις δύο. Βαθειά χωμένοι στον καναπέ μας, με το μίσος μέσα μας απέναντι σε όλους ανεξαιρέτως τους υπόλοιπους συνέλληνες, αφήσαμε τους, σε εντεταλμένη υπηρεσία, ακριβοπληρωμένους μεγαλόσχημους παπαγάλους να μας εκθέτουν αδιαλείπτως τα δεινά που θα μας εύρισκαν αν δεν αποδεχόμασταν οικειοθελώς τον αργό θάνατό μας! Και λέγε-λέγε το κοπέλι το πιστέψαμε κι εμείς πως δήθεν από εμάς προσωπικά, από τον κυρ Σταύρο απ’ το ΚΑΠΗ και από την κυρα Λένη τη μοδίστρα εξαρτάται το μέλλον της Ευρώπης των μονοπωλίων, που θησαυρίζει από την δική μας κατάντια. Μυαλό δεν βάλαμε μετά την παγίδα του «λεφτά υπάρχουν» και ξαναπέσαμε στην παγίδα του «ευρώ ή δραχμή».
Δεν τη γλιτώσαμε. Φαγωθήκαμε μεταξύ μας, κατεβάσαμε τους μεν, ανεβάσαμε τους δε, ενισχύσαμε τους άλλους, εξοβελίσαμε τους τρίτους, τρίχες κατσαρές, μία από τα ίδια μετά από δυο δημοκρατικότατες εκλογικές αναμετρήσεις με άφθονο φανερό «πολιτικό πολιτισμό», πολλά υπογάστρια χτυπήματα και αμέτρητες απροκάλυπτες έξωθεν παρεμβάσεις.
Μοιραίοι και άβουλοι, άβουλοι και μοιραίοι, κατακερματισμένοι, εχθροί μεταξύ μας, με τα γένια μας μεγαλωμένα και την ψυχή μας αλλιώτικη, αφήσαμε τ’ αγριεμένο σκυλί να γαβγίζει ανενόχλητο τη φωνή του.
Κι όμως, δεν είμαστε εχθροί, είμαστε αδέρφια. Εχθροί είναι οι άλλοι, αυτοί που μπήκαν στην πόλη κρατώντας δώρα-δάνεια που εμείς τα πήραμε για φυλαχτά-σωτηρία. Εχθροί είναι αυτοί που πάνε κι έρχονται με τα βαλιτσάκια στα χέρια και δίνουν διαταγές στους μέσα εχθρούς μας, τόσους θα απαγχονίσετε, τόσους θα τουφεκίσετε, τόσους θα απολύσετε, τόσα μαγαζιά θα κλείσουν, τόσους φόρους θα βάλετε, τόσα λεφτά θα σας δώσουμε για να μας τα δώσετε πίσω τριπλάσια. Εμείς, τα αδέρφια, καθόμαστε και τους κοιτάμε και τους ακούμε και χαιρόμαστε που μπορούμε ακόμη να παίρνουμε τρεις κι εξήντα και να δίνουμε τέσσερις στο «μεταρρυθμισμένο» κράτος μας για να το σώσουμε. Από τι να το σώσουμε, εμείς που «μαζί τα φάγαμε» κι ύστερα φαγωνόμαστε κάθε μέρα μεταξύ μας; Από τι, επιτέλους;
Τέσσερα χρόνια τώρα προσπαθώ να καταλάβω το σχέδιο διάσωσης. Φαίνεται ότι μάλλον είμαι πολύ «μικρός» για να το καταλάβω, αυτό το σχέδιο, που εγκέφαλοι πολύ ανώτεροι του δικού μου έχουν συλλάβει και εκτελούν, εκτελώντας καθημερινά έναν-έναν από εμάς καθ’ ομάδας. Σήμερα εσύ, αύριο εγώ, που λέει και το τραγούδι. Διάκριση δεν γίνεται καμία, το σχέδιο δεν ξέρει «δημόσιο-ιδιωτικό», δεν ξέρει «άνθρωπος», ξέρει μόνο τρία πράγματα: λεφτά, λεφτά και λεφτά. Λεφτά για να πληρώνονται οι τοκογλύφοι στον αιώνα τον άπαντα και τα ντόπια τσιράκια τους μέχρι να τους τελειώσουν τη δουλειά.
Ύστερα έφτασε η ώρα των επιστρατεύσεων, ναυτεργάτες, εργαζόμενοι στο μετρό, καθηγητές μέσης εκπαίδευσης – μωρέ καλά τους κάνανε, ακούς εκεί να μην μπορούν να φύγουν τα καράβια για τα νησιά μας, να μην μπορούμε να πάμε στις δουλειές μας, να μην μπορέσουν τα παιδιά μας να δώσουν εξετάσεις, καλά τους κάνανε! Κι εγώ να ρωτάω, ο αφελής, όλα αυτά τα «μας» δεν είναι, άραγε, και «τους»; Δεν είναι και δικά τους; Τι είναι αυτά τα εργαζόμενα αδέλφια μου, απάνθρωποι, ανθέλληνες κι αυτοί ή από άλλο πλανήτη; Οι δάσκαλοι, στους οποίους ανέκαθεν εμπιστεύομαι τα παιδιά μου, τι έπαθαν ξαφνικά, παραφρόνησαν ή είναι τεμπέληδες, όπως ανερυθρίαστα τους αποκάλεσε ένας βιβλιοπώλης της πολιτικής με, δυστυχώς, αρχαίο όνομα, στην τηλεόραση;
…μη φαγωθούμε μεταξύ μας…
Στο μεταξύ τα εργοστάσια κλείνουν ή μειώνουν μισθούς το ένα μετά το άλλο, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις ασφυκτιούν στον κλοιό των Τραπεζών και τα παιδιά μας, τα παιδιά της Ελλάδας, ξενιτεύονται ψάχνοντας μια καλύτερη ζωή. Επένδυση ούτε για δείγμα, παρ’ όλο που η κυβερνητική προπαγάνδα μιλάει ακατάσχετα για «ιστορία επιτυχίας», αγγλιστί σακσές στόρυ. Τελευταία γεγονότα το απίστευτο μαύρο στην ΕΡΤ (όπου χαρήκαμε απεριόριστα που γλιτώσαμε την εισφορά των 4,20 € τον μήνα – μήπως θυμάσαι πόσο κάνει ένας καφές στην παραλία;) και η «κινητικότητα» (αγγλιστί mobility, εξ ου και sustainable mobility, εξ ου και βιώσιμη κινητικότητα, αν έχετε ακουστά σας…) στους Σχολικούς Φύλακες (τι τους θέλουμε αφού δεν θα ‘χουμε σχολεία;), στους Δημοτικούς Αστυνόμους (αυτοί κι αν είναι άχρηστοι, το είπε και ένας εγχώριος τηλεκαραγκιόζης…) και στους Καθηγητές της μέσης εκπαίδευσης. Κι εσύ νομίζεις ακόμη ότι θα τη σκαπουλάρεις; Πού ακριβώς θα κρυφτείς;
Φτάνουν, λοιπόν, τα πείσματα, οι περισπούδαστες αναλύσεις, οι αμφιβολίες, τα πισωγυρίσματα, οι εύκολες διαπιστώσεις, οι ευκαιριακές μικροαντιπαλότητες, οι ανόητες και ανεδαφικές εχθρότητες. Φτάνει το «εγώ» πάνω απ’ το «εμείς». Όλοι βράζουμε στο ίδιο καζάνι, κι όσοι σήμερα έχουν τη μύτη ακόμη έξω απ’ το νερό, αύριο θα βρεθούν κάτω απ’ αυτό – δεν γίνομαι μάντης κακών, προσπαθώ απεγνωσμένα να κατανοήσω την πραγματικότητα και, αφού δεν μπορώ να το δω ή να μπω σ’ αυτούς του υπέρλαμπρους εγκεφάλους που μας κυβερνούν με υπευθυνότητα και βάρος, να ψυχανεμιστώ το μέλλον.
Το μέλλον, που μου φαίνεται ίδιο κι απαράλλαχτο για όλους τους εργαζόμενους, ιδιωτικούς και δημόσιους. Να μην φαγωνόμαστε πλέον. Να πάμε μαζί όλοι, μια γροθιά, με το μόνο πράγμα που μας έχει απομείνει, πέρα από την ελληνικότητά μας και την αξιοπρέπειά μας: με οργάνωση και αγώνα απέναντι στον ένα και μοναδικό εχθρό της ζωής μας, τους διεθνείς τοκογλύφους και τα πειθήνια ντόπια όργανά τους.
Να πάρουμε την ζωή μας στα χέρια μας.
Για να λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση.                                  Βόλος, 11-12.07.2013

13 σχόλια:

  1. Σύντροφε, δεν έχω να προσθέσω τίποτα. Μόλις που τολμώ να αναρωτηθώ μακρόθεν, αν τα παιδιά της Ελλάδας ξενιτεύονται, όπως λες, ψάχνοντας «μια καλύτερη ζωή», ή απλώς την επιβίωση.
    Χάρηκα να σε διαβάσω. Τα δικά μου, τα έγραφα παλιότερα σε ηλ. εφημερίδα, ώσπου ο Δήμος τους έπεισε να με αποκλείσουν, καθότι όσα δημοσίευα δεν ήταν μεν επιλήψημα, πλην όμως άβολα. Τώρα τα βγάζω στην πρόχειρη ιστοσελίδα εταιρίας που ίδρυσα: http://www.gagmbh.de/Links.html
    Τα των παιδιών μου τα έβγαλε και ιστοσελίδα της διασποράς [1].
    Ένας σύντομος χαιρετισμός που με κάλεσαν να απευθύνω προς την τοπική εκδοχή της «love parade» εκ μέρους της εδώ Επιτροπής Αλληλεγγύης με την Ελλάδα, φαίνεται ότι έπιασε τόπο: Συζητήθηκε ιδιαίτερα, λέει, ότι η χοροχαρής γερμανική νεολαία χειροκρότησε. Λόγω του αποκλεισμού μου, δημοσίευσε σύντροφος το χειρόγραφο με το όνομά του [2].
    Κι ο αγών συνεχίζεται.
    No pasaran!
    Άρης

    [1] http://ypervasi.wordpress.com/%ce%b5%cf%80%ce%b9%cf%83%cf%84%ce%bf%ce%bb%ce%b5%cf%83-%ce%b1%ce%bd%ce%b1%ce%b3%ce%bd%cf%89%cf%83%cf%84%cf%89%ce%bd/

    [2] http://www.giessener-zeitung.de/linden/beitrag/81995/griechenland-solidaritaets-komitee-qgrussadresse-an-die-nachttanzdemoq/

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Πόσο δίκιο έχεις Μπάμπη. Πιστεύω να ξυπνήσουμε γρήγορα !!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Αγαπητέ Μπάμπη τα περιγράφεις με τον καλύτερο τρόπο. Μακάρι να μην ήταν αληθινά. Στο διαταύτα τώρα. Με τι τίμημα θα μπορέσουμε αυτό το «ΕΓΩ» να το κάνουμε «ΕΜΕΙΣ»; Ποιος ή ποια εμπνευσμέν-ος/η Έλλην-ας/δα θα γεφυρώσει τα χάσματα που φρόντισαν κάποιοι μεθοδικά να δημιουργήσουν, στη κοινωνία και σε εμάς. Σε ποιά φάση της όποιας εκπαίδευσης μας, μάθαμε να δουλεύουμε ομαδικά για να είμαστε αποτελεσματικοί. Ο καθένας μας … προσπαθεί να ανακαλύψει τον τροχό, αγνοώντας τους πάντες. Πως θα μπορέσουμε να οργανωθούμε; Ο χρόνος μετρά αντίστροφα για όλους μας, και πρέπει να αναθεωρήσουμε ΤΩΡΑ, όλα αυτά που μας έφεραν στο σημείο αυτό. Σκοπό έχουν να μας αφανίσουν σαν έθνος και μέχρι τώρα εμείς συμμετέχουμε … παρακολουθώντας τις εξελίξεις. Ποιος θα μας σώσει από όλους αυτούς που μας … φροντίζουν;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. ...Τέσσερα χρόνια τώρα προσπαθώ να καταλάβω το σχέδιο διάσωσης. Φαίνεται ότι μάλλον είμαι πολύ «μικρός» για να το καταλάβω, αυτό το σχέδιο, που εγκέφαλοι πολύ ανώτεροι του δικού μου έχουν συλλάβει και εκτελούν, εκτελώντας καθημερινά έναν-έναν από εμάς καθ’ ομάδας. Σήμερα εσύ, αύριο εγώ, που λέει και το τραγούδι. Διάκριση δεν γίνεται καμία, το σχέδιο δεν ξέρει «δημόσιο-ιδιωτικό», δεν ξέρει «άνθρωπος», ξέρει μόνο τρία πράγματα: λεφτά, λεφτά και λεφτά. Λεφτά για να πληρώνονται οι τοκογλύφοι στον αιώνα τον άπαντα και τα ντόπια τσιράκια τους μέχρι να τους τελειώσουν τη δουλειά...
    ΝΟΜΙΖΩ ΠΩΣ ΑΥΤΟ ΤΑ ΛΕΕΙ ΟΛΑ ΚΑΙ ΘΑ ΠΡΟΣΘΕΤΆ ΠΩΣ, ΛΑΟΣ ΤΑΠΕΙΝΩΜΕΝΟΣ Κ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΜΕΝΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΥΚΟΛΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΙΜΟΣ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΡΩΣΤΗΜΈΝΑ ΜΥΑΛΆ ΤΟΥΣ.
    ΗΡΘΕ Η ΩΡΑ ΑΓΑΠΗΤΕ ΦΙΛΕ ΜΠΑΜΠΗ ΝΑ ΠΟΥΜΕ ΟΤΙ ...ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΕΙΝΑΙ ΣΤΗΜΕΝΟ ΑΛΛΑ ΟΧΙ ΣΤΑ ΜΕΤΡΑ ΤΟΥΣ.
    ΠΟΛΥ ΚΑΛΗ Κ ΕΎΣΤΟΧΗ Η ΑΝΑΛΥΣΗ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ευχαριστώ όλους σας για τα σχόλια. Δυστυχώς, δεν είμαι όσο πρέπει (;) επιμελής μπλογκάκιας και τα είδα μόλις τώρα, που μπήκα για να κάνω μια καινούργια ανάρτηση. Δυστυχώς, επίσης, φαίνεται τώρα ξεκάθαρα ότι δεν αρκεί η λεγόμενη "αυτοοργάνωση των κινημάτων", που κάποιοι, κάποτε, πιστέψαμε ότι θα μας πήγαινε μπροστά. Τώρα χρειάζονται ηγέτες, πολλοί ή, καλύτερα, ένας. Ηγέτης, όχι διαχειριστής. Στους δρόμους και στις πλατείες, όχι στους υπολογιστές και στα γραφεία. Δεν τον βλέπω. Με αρχέγονη πίστη επιλέγω το "μη χείρον", που πρόσφατα κατάφερε να γίνει ενιαίο (;), ελπίζοντας να μπορέσει στην πορεία να γίνει "βέλτιστον".

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Άρη, πολύ την χάρηκα την δική σου παρουσία στο ιστολόγιο. Σ' έχουμε πάντα στον νου μας, θα τα ξαναπούμε

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Σταματίου Ελένη με ηλεμήνυμα 14.07.2013
    Ωραιότατο Μπάμπη και πολύ ανθρώπινο! Στείλε το όπου δει, μήπως κάποιοι ευαισθητοποιηθούν.
    Να είσαι καλά!
    Ελένη και οικογένεια

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Μάκης Μίχος με ηλεμήνυμα 14.07.2013
    Βλέπω, εδώ κι ένα χρόνο, ένα φανάρι να μ' οδηγεί στην ευθεία. Ψηλό φανάρι κι ακριβό... Αριστερά δε μου επιτρέπει να στρίψω!
    Καβαλάω το ποδήλατο και πάω να ξεφύγω απ' τον ποδηλατόδρομο, όμως σε λίγα μόλις μέτρα με σταματάνε σκουπιδοτενεκέδες και κουρσάρες...

    Αρχίζω και πιστεύω τον Πάγκαλο που είπε πως «μαζί τα φάγατε»...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Πέτρος Ασημακόπουλος με ηλεμήνυμα 14.07.2013
    Μπάμπη αυτό το κείμενο με λύπησε πολύ!!
    Έχω πολύ καιρό να διαβάσω κείμενο με τόση οργή, τόση απελπισία, τόση απόγνωση!! Ένα κείμενο με συνεχείς ριπές (ομοβροντίες) κατηγοριών κατά βούληση εν ονόματι του «μη φαγωθούμε μεταξύ μας…». Έτσι δεν θα φαγωθούμε?? Με τόσο φανατισμό στις απόψεις μας που οδηγεί σε μίσος στον απέναντι??
    Αλλά και πάθος… κατά ποίων??
    ΟΙ ΑΛΛΟΙ.
    Προ ολίγου βγήκα για ένα μικρό περπάτημα και είδα βέβαια σκουπίδια παντού (και δίπλα στη παιδική χαρά παίζαν παιδιά με τους γονείς να τα επιβλέπουν..) και όλους τους τοίχους βρώμικους που σε φέρνουν σε απόγνωση!! Ποιος φταίει?? Ο δήμαρχος, η Μέρκελ, ο Σιωνισμός?? ΠΟΙΟΣ?? ΟΙ ΑΛΛΟΙ. Εγώ, εμείς δεν φταίμε, εμείς οι 1000 είμαστε καθαροί, έντιμοι, κάποιοι άγνωστοι 10 είναι που θέλουν να είμαστε βρωμιάρηδες. Λες και αν εγώ και άλλοι 50 από τους 1000 σκύψω και σηκώσω ένα σκουπίδι και το πετάξω στον κάδο δεν θα ξεβρωμίσουμε μονομιάς!!
    Κάποια θετική σκέψη?? Μια πρόταση, ένα σχέδιο και μια αισιοδοξία να πάμε κάπου?? Κριτική, κριτική, κριτική… Διαμαρτυρία, διαμαρτυρία, διαμαρτυρία…
    ΑΠΕΡΓΙΑ, ΚΑΤΑΛΗΨΗ, ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ, ΜΟΥΝΤΖΑ, ΝΑ ΚΑΕΙ ΤΟ ΜΠΟΥΡΔΕΛΟ Η ΒΟΥΛΗ, ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΔΡΟΜΩΝ, Ε.Ο., ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ!!
    Αν συνεχίσω θα πω για τα Πανεπιστήμια μας, τα σχολεία μας, τα Νοσοκομεία μας, τις χωματερές μας, τους βουλευτές μας, τους πολίτες μας (αλήθεια γιατί οι εκλογές είναι χαμένες?? Επειδή δεν ψηφίσαμε κάτι που να αρέσει σε μένα ή σε σένα?? Αυτό λέγεται αίσθηση δημοκρατίας??)…
    Γιαυτό ΣΤΑΜΑΤΑΩ!! Και αντί περαιτέρω απαντήσεως θα σε παρακαλούσα να διαβάσεις με προσοχή το επισυναπτόμενο
    ΠΊΣΤΕΨΕ ΜΕ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ, ΕΙΝΑΙ Η ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ ΜΟΥ για αυτό το είδος σκέψης

    Με αγάπη Πέτρος
    ΥΓ Και κάτι ασήμαντο: γιατί τόσο τεράστια γράμματα?? (μόνο τον Χριστόδουλο και την Γιάννα έχω δει να γράφουν έτσι μεγαλοπρεπώς)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Θωμάς Μπονέλης με ηλεμήνυμα 14.07.2013
    Μπάμπη,πολύ καλό άρθρο!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. Κώστας Ηλιόπουλος με ηλεμήνυμα 15.07.2013
    Θαυμάσιο Μπάμπη !

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  12. Δημήτρης Μητράκος με ηλεμήνυμα 31.07.2013
    ...πάρα πολύ ωραίο το κείμενό σου "...βοήθα καλέ μου, μη φαγωθούμε μεταξύ μας ", το οποίο διάβασα αισθανόμενος λύπη λόγω προσωπικής ανικανότητας να αλλάξω κἀτι, ντροπή για τη γενειά μου , θυμό γιά τα καθάρματα, που καθορίζουν εδώ και γενειές τις κοινωνικές, ηθικές και οικονομικές "γραμμές πορείας", αγανάκτηση αλλά και βαθειά αγάπη γιά αυτόν τον λαό, που (επιμένω σ΄ αυτό, παρ΄ όλα τα συμβἀντα) του αξίζει κάτι πιό καλό απ΄ αυτό που ζει εδώ και χρόνια.

    Φιλιά και καλή αντάμωση στο Πήλιο

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  13. Κώστας Πόπωτας στο φατσοβιβλίο 14.07.2012
    Μπάμπη τα είπες όπως σωστά τα είδες, όπως λες ο κόσμος άγεται και φέρεται, πολύ λίγες αρχές και αξίες έχουν μείνει όρθιες, αν δεν τις επαναφέρουμε το παιχνίδι έχει χαθεί, μόνοστην όλη περιγραφή σου υποβόσκει ο αληθής πόλεμος ανάμεσα στο ατομικό και συλλογικό συμφέρον, η επίθεση απότο ιδιωτικό να αλώσει το δημόσιο αγαθό και να μεταφέρει στις πλάτες του τελευταίου τις αμαρτίες του πρώτου.

    Στο φατσοβιβλίο επίσης, "μου αρέσει" Κώστας Ζαφειρόπουλος, Λίτσα Στεργίου, Φώφη Γιαμάκου, Λευκή Φωτίου, Γιώργος Τουλουμάκος, Μαρίνα Σιαφά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή